top of page

Τρία θεατρικά

Αυτοί που περπατούν στα σύννεφα

Η εποχή του κυνηγιού

Στα πόδια

«Είμαστε σκιάχτρα, σημάδια στα όνειρα κάποιου ξένου. Δεν θα πεθάνουμε από γηρατειά, αγάπη μου. Ο κόσμος είναι άψυχος και παράδοξος, κι όσο γερνάμε, του μοιάζουμε. Ξέρουμε όμως. Έχουμε να θυμηθούμε την ομορφιά που καταφέραμε να επινοήσουμε με θράσος. Αυτές οι στιγμές είναι που μας σκοτώνουν, Τιμολέοντα. Από ομορφιά θα πεθάνουμε. Για να προλάβουμε να την αρπάξουμε προτού μας τη στερήσει η ζωή».

Τα τρία θεατρικά, Αυτοί που περπατούν στα σύννεφα, Η εποχή του κυνηγιού και Στα πόδια είναι τρεις ιστορίες που διαδραματίζονται σε διαφορετικές εποχές, από το 1896 μέχρι την ελληνική οικονομική κρίση των ημερών μας. Πρόκειται για τρεις ιστορίες στις οποίες αναμετρώνται το μέγεθος την ιστορικής συνθήκης με την αγωνία του ασήμαντου ανθρώπου να το κατανοήσει και να βρει τη θέση του σε έναν κόσμο που, από μόνος του, δεν έχει κάποιο ειδικό βάρος χωρίς το ενδεχόμενο της προσωπικής ερμηνείας.

Το Αυτοί που περπατούν στα σύννεφα είναι ένα έργο για τη δύναμη της αγάπης να δίνει υπόσταση στη μνήμη και χαρακτηριστικά στον χρόνο: με αφορμή το θάνατο του Άγγλου ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, μια σειρά από πρόσωπα που πέρασαν από τη ζωή του —από τη Βιρτζίνια Γουλφ μέχρι την μητέρα του— προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανό στη μνήμη τους τον φίλο, τον γιο, τον ασθενή, τον δημόσιο άντρα, τον εραστή και τον ποιητή.

Η εποχή του κυνηγιού είναι μια ιστορία της ελληνικής κρίσης για μια γυναίκα που για να μπορέσει να βγει από την παθολογική της απομόνωση, επινοεί μια φανταστική φίλη, την ονομάζει Πηνελόπη Δέλτα και της ζητά να της δείξει πώς να πει την ιστορία της ζωής της και των πιο κρίσιμων στιγμών που την περιθωριοποίησαν.

 

Το έργο Στα πόδια είναι η ιστορία ενός άντρα που προσπαθεί να εμποδίσει μια γυναίκα να συναγωνιστεί άντρες αθλητές. Με αφορμή τη συμμετοχή της Σταματίας Ρεβίθη στους πρώτους Ολυμπιακούς αγώνες του 1896 στην Αθήνα, το έργο φέρνει σε επαφή έναν δειλό άντρα με μια ασυγκράτητη γυναίκα, οι οποίοι προσπαθούν να αλλάξουν ο ένας τον άλλο για να συνειδητοποιήσουν στο τέλος ότι τα μοναχικά επιτεύγματα είναι το ίδιο βασανιστικά με τα κοινότοπα διλήμματα.

 

Αυτό που συνδέει τις τρεις ιστορίες είναι η προοπτική του άλλου — η προοπτική και ως θεώρηση αλλά και ως απεικόνιση του βάθους και της συνέχειας. Τίποτα δεν ολοκληρώνεται και τίποτα δεν αποκαθίσταται χωρίς την εκδοχή εκείνου που θα σε προσέξει. Και είναι ακριβώς αυτή η αίσθηση του βάθους που μπορεί να ανοίξει έναν καινούργιο δρόμο. Είναι πάντα αυτός ο άγνωστος, ακατανόητος και διεκδικητικός άλλος, που μπορεί να δώσει νόημα και στα σύννεφα, και στα θηράματα, αλλά κυρίως στα βήματα: στα χνάρια εκείνα που δεν θα σήμαιναν τίποτα χωρίς το βλέμμα και τη συνείδηση του ανθρώπου που έμεινε πίσω σου.

bottom of page